http://ellinikahoaxes.gr/2014/11/25/omiopathitiki-xematiasma/Ομοιοπαθητική: πιο αποτελεσματική κι απ’το ξεμάτιασμα?
Σήμερα θα σου μιλήσω γι’αυτή την ανοησία που λέγεται Ομοιοπαθητική. Ξέρω, ένας φίλος σου δεν μπορούσε με τίποτα να γίνει καλά με τη “δυτική” ιατρική και τελικά δοκίμασε την ομοιοπαθητική κι έγινε περδίκι. Μπράβο του, όμως δεν αλλάζει τίποτα. Έτσι απλά, δεν έχει σχέση. Σωστά, ούτε έχει σχέση η αλλεργία της θειας-Κούλας, που δεν πέρασε, αλλά αισθάνεται καλύτερα, ούτε η ιστορία του ανιψιού σου που είχε κάποτε αϋπνίες, αλλά από τότε που παίρνει εκείνα τα ομοιοπαθητικά κοιμάται τόσο εύκολα σαν ομότιμος καθηγητής σε υποστήριξη διδακτορικής διατριβής.
Να στο πω απλά, δεν αλλάζει τίποτα αν εσύ πιστεύεις ότι η ομοιοπαθητική δουλεύει ή αν κάποιος άλλος σου ορκίζεται ότι θεραπεύτηκε μ’αυτήν, όποιος κι αν είναι. Σε τούτο το κειμενάκι θα σου εξηγήσω σχετικά αναλυτικά για ποιους λόγους ΔΕΝ δουλεύει κι από κει και πέρα πίστεψε ό,τι θέλεις. Ο κόσμος έτσι κι αλλιώς είναι γεμάτος από τύπους που πιστεύουν τα πιο ασυνάρτητα πράγματα, δεν θα’σαι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος. Με μεγάλη πίκρα το λέω αυτό, αλλά έτσι πάει και θα’μουν ψεύτης αν έκανα πως δεν το έβλεπα. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας ψάχνουν την ευτυχία σε κρυστάλλους, σε κάποια “ενεργειακή” διάταξη των επίπλων τους, στα μέντιουμ, στο τάμα σε μια εικόνα, στην “επαφή με το σύμπαν”, στα τσάκρα. Ο παραλογισμός και η παρακμή του συστήματος που ζούμε μπαίνει μέσα στα κεφάλια μας και μορφοποιείται σε θεωρίες εξίσου παλαβές και παρακμιακές. Στην πραγματικότητα δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν όλοι αυτοί οι συνάνθρωποί μας είναι έστω και ελάχιστα σε καλύτερη θέση απ’όσους γοητευόταν απ’το Ρασπούτιν κατά την παρακμή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Πριν αρχίσουμε, ας ξεκαθαρίσουμε κάπως ένα αρχικό θέμα. Είναι η ομοιοπαθητική μια εναλλακτική απέναντι στη “δυτική” ιατρική? (ακόμη προσπαθώ να καταλάβω τι στο καλό σημαίνει “δυτική” ιατρική. Η Ιατρική έχει εξελιχθεί σαν πρακτική με έναν συγκεκριμένο τρόπο μας αρέσει ή όχι. Άρα ή έχουμε Ιατρική ή δεν έχουμε και οι γεωγραφικοί προσδιορισμοί κάποια βρωμιά κρύβουν). Η ομοιοπαθητική σαν πρακτική υπάρχει από τα τέλη του 18ου αιώνα. Επινοήθηκε από τον κύριο Hahnemann (όχι το μακαρίτη κιθαρίστα των Slayer), ο οποίος ήταν γιατρός και θεωρούσε τη δουλειά του 100% επιστημονική και “δυτική” παρ’ότι στη δική μας εποχή ξεβράζεται απ’το new age βόθρο ως “εναλλακτική”. Όσο λοιπόν κι αν οι σημερινοί θεράποντες αυτού του τίποτα εξαπολύουν επιθέσεις ενάντια στη “δυτική” ιατρική παρουσιάζοντάς το σαν κάτι “εναλλακτικό” (μαζί με διάφορα άλλα πράγματα, από ινδιάνικα μέχρι κινέζικα, αρκεί να μην είναι “δυτικά”), ο θεμελιωτής του ήταν απόλυτα πεισμένος ότι η μέθοδός του είναι κομμάτι της “δυτικής” επιστήμης, που εκείνη την εποχή αναδυόταν. Η ομοιοπαθητική λοιπόν δεν ήταν κάποια διαμαρτυρία ενάντια στη νεαρή τότε “δυτική” επιστήμη, αλλά κομμάτι της. Κομμάτι όμως που αποδείχθηκε σάπιο και ξεράθηκε, όπως πολλές ακόμη θεωρίες (μάλιστα και κάποιες που έμοιαζαν να έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες ν’αντέξουν ή που φαινόταν και μεγαλοφυείς). Καθαρές κουβέντες λοιπόν: όποιος ασκεί την ομοιοπαθητική, δεν ασκεί μια εναλλακτική θεραπευτική πρακτική, ασκεί μια πρακτική που επινοήθηκε κάποτε σαν “επιστημονική” αλλά απέτυχε.
Λοιπόν, όπως σου είπα πριν, δεν θέλω να συζητήσουμε για το αν πιστεύεις ότι η ομοιοπαθητική δουλεύει. Το να αποδείξουμε ότι μια ουσία ή μια πρακτική “κάνει τη δουλειά” που θέλουμε είναι μια διαδικασία επίπονη και σοβαρή, που ξεπερνάει το επιχείρημα “το πήρε ένας φίλος κι έγινε καλά”. Δεν είναι αυτό όμως που θέλω να σου εξηγήσω τώρα. Παρ’ότι αυτή η διαδικασία είναι μέχρι ενός σημείου μέρος και της δικής μου ερευνητικής δουλειάς (που σταματάει στα ποντικάκια όμως) δεν θέλω να στην εξηγήσω. Οι περισσότεροι ομοιοπαθητικοί θα παρουσιάσουν κατασκευασμένες ή ανύπαρκτες έρευνες και τελικά θα μιλήσουν για τη μεγάλη συνωμοσία των “δυτικών” γιατρών και των φαρμακευτικών εταιριών εναντίων τους (λες και δεν χορεύουν απίστευτα χρηματικά ποσά πίσω απ’την ομοιοπαθητική τρέλα…). Δεν έχει νόημα. Πάμε κατευθείαν στο ψητό.
Πριν από 200+ χρόνια λοιπόν, σε μια εποχή που η Ιατρική αποτελούσε ακόμη ένα συνονθύλευμα από τσαραλατανισμούς, περίεργες πρακτικές, εμπειρισμούς και κάπου στο βάθος “επιστήμη”, ο γιατρός και ερευνητής Samuel Hahnemann είχε μια περίεργη ιδέα: Αν μια ουσία προκαλεί σε έναν οργανισμό συμπτώματα αντίστοιχα με κείνα κάποιας ασθένειας, ίσως μπορεί σε μικρές δόσεις (σε πολύ μεγάλη αραίωση, ώστε να μην βλάπτει) να θεραπεύει την ασθένεια αυτή. Για παράδειγμα, εάν κάποιος υποφέρει από ιλίγγους, μπορεί να θεραπευτεί από ένα πολύ αραιό διάλυμα μια ουσίας που επίσης προκαλεί ιλίγγους ακόμη κι αν δεν είναι αυτή που του προκαλούσε το αρχικό πρόβλημα. Η ιδέα αυτή σήμερα μπορεί να φαίνεται βλακώδης (παρακαλώ μην επιχειρήσεις την αντιστοίχιση με τον εμβολιασμό, γιατί πραγματικά θα ακουστείς ανόητος και αμόρφωτος), όμως για το πλαίσιο της εποχής της δεν ήταν και η χειρότερη που κυκλοφόρησε (παραδέξου το, η ευρέως διαδεδομένη τότε πρακτική της αφαίμαξης δεν ήταν πολύ πιο έξυπνη…). Τις πρακτικές του αυτές, ο Hahnemann τις συστηματοποίησε σ’αυτό που ονόμασε “ομοιοπαθητική”. Όμως πήγε ακόμη παραπέρα. Επειδή -πώς να το κάνουμε!- το να δώσεις σε κάποιον μια ουσία που του προκαλεί πονοκέφαλο δεν τον θεραπεύει απ’τους πονοκεφάλους, ο Hahnemann σκέφτηκε κάτι μεγαλειώδες για να παρακάμψει αυτό το μικρό πρόβλημα. Τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα να περιέχουν τη δραστική ουσία σε τέτοια αραίωση, που πρακτικά να μην την περιέχουν!!! Το ομοιοπαθητικό σκεύασμα δηλαδή αποτελείται μόνο από τα έκδοχα και δεν περιέχει ούτε ένα μόριο της δραστικής ουσίας. Δεν με πιστεύεις? Ας στο εξηγήσω, ελπίζοντας ότι δεν θα ζαλιστούμε από την αριθμητική…
Διαβάζοντας στα κουτάκια των φαρμάκων (δεν ξέρω αν έχεις αυτή τη συνήθεια του μπάνιου, όμως υπάρχουν άνθρωποι που αγάπησαν τη Χημεία στην τουαλέτα…) θα δεις ότι η ποσότητα της δραστικής ουσίας σε ένα σκεύασμα αναφέρεται ή σαν μάζα της ανά χάπι (λέει ας πούμε “κάθε δισκίο περιέχει 500mg …”) ή με κάποια έκφραση περιεκτικότητας εάν πρόκειται για διάλυμα/αιώρημα (…g δραστικής ουσίας ανά …ml διαλύματος/αιωρήματος). Τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα περιγράφονται όχι με την περιεκτικότητά τους, αλλά με το βαθμό αραίωσης, που εκφράζεται από έναν αριθμό ακολουθούμενο από ένα ρωμαϊκό αριθμητικό σημείο. Τι? Για να το εξηγήσουμε λίγο αυτό. Το ρωμαϊκό αριθμητικό υποδηλώνει τον τύπο της αραίωσης (1/10 αν είναι X, 1/100 αν είναι C, 1/1000 αν είναι Μ κ.ο.κ.) ενώ ο αριθμός που πάει μαζί του μας δείχνει πόσες φορές επαναλάβαμε την αραίωση αυτή μέχρι να φτάσουμε στο σκεύασμα. Για παράδειγμα, ένα σκεύασμα 10C παρασκευάζεται εάν πάρουμε αρχικά ένα μέρος της ουσίας σε 99 μέρη νερού, μετά πάρουμε 1 μέρος απ’το νέο διάλυμα και το αναμίξουμε με άλλα 99 μέρη νερού και πάει λέγοντας, μέχρι η διαδικασία να γίνει 10 φορές. Πρακτικά, για να μην τα πολυλογούμε, ένα σκεύασμα 10C περιέχει ένα μέρος δραστικής ουσίας σε 100.000.000.000.000.000.000 μέρη διαλύματος! Εάν δηλαδή υποθέσουμε ότι αγοράσαμε ένα μπουκαλάκι 100g του σκευάσματος αυτού, τότε η μάζα της δραστικής ουσίας μέσα του θα είναι 0,000000000000000001g. Χμμμ…
Ας εξετάσουμε ένα πραγματικό παράδειγμα. Μπορείς να φανταστείς ποιο μπορεί να είναι το ομοιοπαθητικό “φάρμακο” για την αϋπνία? Μα φυσικά κάτι που προκαλεί αϋπνία! (θυμάσαι τη “λογική” πίσω απ’αυτό πιστεύω). Βρήκα λοιπόν σε κάποιο ιντερνετικό μαγαζί ένα τέτοιο σκεύασμα ΚΑΦΕΪΝΗΣ(!!!) 30C (διάλυμα). Αν κάνουμε τις πράξεις, βλέπουμε ότι σε 100g αυτού του διαλύματος περιέχονται 0,000000000000000000000000000000000000000000000000000000000001g καφεΐνης. Με δεδομένο ότι η μάζα ενός μορίου καφεΐνης είναι περίπου 0,0000000000000000000003g, συμπεραίνουμε ότι θα βρούμε ΕΝΑ μόριο καφεΐνης σε περίπου κάθε 100.000.000.000.000.000.000.000.000.000.000.000.000 μπουκάλια του σκευάσματος αυτού!!! Συμπάθα με που δεν γράφω τα νούμερα σαν δυνάμεις του 10 και βάζω όλα αυτά τα μηδενικά, αλλά θέλω να χωνέψεις πόσο μεγάλα είναι (και τα νούμερα και ο εκνευρισμός μου κάθε φορά που ακούω σαχλαμάρες). Άκου και κάτι άλλο τώρα. Αν υποθέσουμε ότι ένας άνθρωπος χρειάζεται 10 δευτερόλεπτα για να ανοίξει ένα τέτοιο μπουκάλι και να το κατεβάσει ολόκληρο, θα χρειαζόταν (κατά μέσο όρο) περίπου 15.000.000.000.000.000.000.000.000.000 αιώνες για να καταπιεί ΕΝΑ μόριο καφεΐνης!!!
Το παράδειγμα του σκευάσματος καφεΐνης, όσο κι αν σου φαίνεται υπερβολικό, στην πραγματικότητα είναι από τα πιο συγκρατημένα. Εάν η αραίωση του ομοιοπαθητικού σκευάσματος καφεΐνης είναι 30C και δίνει αυτά τα νούμερα, σκέψου τι συμβαίνει με το ευρέως διαδεδομένο ομοιοπαθητικό σκεύασμα για τη γρίπη του οποίου η αραίωση είναι 200C, δηλαδή 1g δραστικής ουσίας ανά 10400g! Αν σκεφτείς ότι η μάζα του γνωστού μας μέρους του σύμπαντος υπολογίζεται (μόνο!!!) στην τάξη του 1056 (σε g), καταλαβαίνεις πόσα “σύμπαντα” πρέπει να ψάξουμε για να βρούμε 1g φαρμάκου…
Γιατί σε πρήζω τόση ώρα με τους αριθμούς? Προσπαθώ να σου δείξω με τρόπο που δεν χωράει αμφιβολία ότι σ’αυτό το πράγμα που σου πουλάνε σαν φαρμακευτικό σκεύασμα όχι μόνο δεν υπάρχει ίχνος, άλλα ούτε ένα τόσο δα μόριο δραστικής ουσίας!
Νομίζεις ότι αυτό βάζει τα πράγματα στη θέση τους? Φυσικά και όχι! Εδώ ακριβώς είναι η στιγμή που οι ομοιοπαθητικοί βγάζουν το μεγάλο λαγό απ’το φανταχτερό καπέλο τους! Στην πραγματικότητα, λένε, δεν είναι απαραίτητο το σκεύασμα να περιέχει τη δραστική ουσία, γιατί πολύ απλά το νερό θυμάται ότι κάποτε την περιείχε και λειτουργεί ανάλογα! Πραγματικά μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να συζητήσω αυτή την ιδέα χωρίς να γίνω απίστευτα είρωνας, αλλά ας το επιχειρήσουμε. Θυμάσαι το “φάρμακο” για τη γρίπη που σου έλεγα πριν? Αυτό έχει αραίωση 200C. Αν πρόσεχες πριν που εξηγούσα τη διαδικασία, θα θυμάσαι ότι αυτή η αραίωση σημαίνει να πάρω ένα μέρος δραστικής ουσίας σε 100 μέρη διαλύματος, απ’αυτά να πάρω ένα μέρος και να το αραιώσω ώστε το νέο διάλυμα να περιέχει ένα μέρος του παλιού διαλύματος στα 100 μέρη του και πάει λέγοντας μέχρι αυτή η διαδικασία να έχει γίνει 200 φορές. Η ομοιοπαθητική θεωρία λοιπόν μας “διδάσκει” ότι σε κάθε μια απ’αυτές τις 200 διαδοχικές αραιώσεις το νερό συγκρατεί την ανάμνηση της ουσίας που περιείχε. Προφανώς εδώ πρέπει να εξηγήσουμε τι στο διάολο σημαίνει “ανάμνηση” για το νερό. Η απλή απάντηση είναι “τίποτα”, αλλά ας προσπαθήσουμε να πάμε… με τα νερά τους! (δεν ξέρω αν το έπιασες αυτό με τα νερά. Τέτοιες εξυπνάδες λέω στην τάξη και δεν ξέρω γιατί δεν γελάει κανείς…)
Το νερό λοιπόν θα μπορούσε να έχει ένα και μοναδικό τρόπο να “θυμάται” κάποιο μόριο που πέρασε από μέσα του. Ο τρόπος αυτός είναι να διατηρεί μόνιμες δομές, ακριβώς όπως ο πηλός θα “αποκτούσε την ανάμνηση” του χεριού μας αν το πιέζαμε πάνω του. Το πρώτο που θα έπρεπε να σκεφτεί κάθε σώφρων άνθρωπος είναι ότι και το αποτύπωμα αυτό -η “ανάμνηση”- έχει πάνω-κάτω τις ίδιες πιθανότητες με τη δραστική ουσία να βρεθεί στο τελικό δοχείο μετά απ’όλες αυτές τις αραιώσεις, άρα η ίδια η ιδέα της “μνήμης του νερού” είναι γελοία σαν τεκμηρίωση της ομοιοπαθητικής “δράσης”.
Μπορεί όμως το νερό να διατηρήσει τέτοιες μόνιμες δομές όσο είναι στην υγρή κατάσταση? Η απάντηση (που είναι κι ένα από τα πιο συναρπαστικά προβλήματα της σύγχρονης ΦυσικοΧημείας) είναι πως το υγρό νερό μπορεί να παρουσιάσει σχηματισμό δομών, που όμως δεν είναι ούτε “μόνιμες”, ούτε “τέτοιες”. Τα μόρια νερού συνδέονται με κάποιο τρόπο μεταξύ τους μέσω διαμοριακών δεσμών ειδικού τύπου που λέγονται “δεσμοί υδρογόνου” (σου υπόσχομαι ειδικό κείμενο μόνο για δαύτους κάποτε γιατί πολύ τους αγαπώ). Η ύπαρξη αυτών των δεσμών εξηγεί πολλές από τις ιδιότητες του νερού, όπως πχ το ασυνήθιστα “για τα κυβικά του” υψηλό σημείο βρασμού. Αυτοί οι δεσμοί είναι σε θέση να οδηγήσουν στο σχηματισμό δομών μέσα στο υγρό νερό. Το πρόβλημα σε σχέση με την υπόθεση της “μνήμης” είναι πως όλα μας τα μοντέλα δείχνουν ότι οι δεσμοί αυτοί σπάνε και ξανασυγκροτούνται αλλιώς σε χρόνους που μετρούνται σε 1/1000000000000000 του δευτερολέπτου, πράγμα που φυσικά σημαίνει ότι οι δομές αυτές δεν είναι “μόνιμες”. Όμως δεν είναι ούτε “τέτοιες”. Η γεωμετρία των δομών αυτών δεν καθορίζεται από την ουσία που ήταν διαλυμένη πριν στο νερό αυτό, αλλά από τη θερμοδυναμική του ίδιου του νερού (δεν θα βρούμε διαφορετικές δομές σε νερό που πριν περιείχε ζάχαρη και σε νερό που πριν περιείχε καφεΐνη, εάν τα παρατηρήσουμε σε ίδιες συνθήκες). Προφανώς, όσο η διαλυμένη ουσία βρίσκεται μέσα στο νερό, επάγει τις αντίστοιχες δομές στο νερό καθώς τα μόριά του την περιτριγυρίζουν για να την επιδιαλυτώσουν και το “τριγύρισμα” αυτό καθορίζεται από τη γεωμετρία της διαλυμένης ουσίας, όμως αυτή η διευθέτηση δεν τραβάει πολύ μακριά ώστε να υποθέσουμε ότι το “καινούργιο” νερό που έρχεται από τις επόμενες 20 ή 150 αραιώσεις καθορίζει κι αυτό ανάλογα τη δομή του. Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι σε κάποια από τις διαδοχικές αραιώσεις η διαλυμένη ουσία παύει να βρίσκεται στο δοχείο μας, οπότε είναι αποκλειστικά οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μορίων του νερού που καθορίζουν τις δομές του (που ξαναλέω, είναι εξαιρετικά βραχύβιες οπότε δεν τίθεται θέμα “μνήμης”).
Ας το ξεπεράσουμε όμως αυτό. Ας υποθέσουμε ότι η Χημεία μας είναι ακόμη πολύ μικρή και αθώα για να υποψιαστεί αυτά τα μεγαλεία της Φύσης. Ας υποθέσουμε ότι -ακόμη κι αν δεν την παρατηρούμε ή προβλέπουμε σήμερα- η “μνήμη του νερού” υπάρχει (και μόνο που το λέω, συγχύζομαι). Αυτό θα μας προκαλούσε δυο σοβαρότατα ερωτήματα:
Ερώτημα 1ο: Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι υπάρχει η “μνήμη του νερού”, τι στο καλό γίνεται όταν με το νερό αυτό εμποτίζεις στερεά για να φτιάξεις ένα χάπι ή το εξατμίζεις για τον ίδιο λόγο? Εκτός από τη “μνήμη του νερού”, μήπως υπάρχει και η “μνήμη της σκόνης”? Μήπως υπάρχει και η μεταφορά των “αναμνήσεων” του νερού στη “μνήμη” της σκόνης? Αντιλαμβάνεσαι ότι το πράγμα ξεφεύγει, αλλά προσωπικά έχω εμπιστοσύνη στους ομοιοπαθητικούς “ερευνητές” πως θα βρουν μια απάντηση και γι’αυτό. Στο κάτω-κάτω η καλή εξαπάτηση δεν βασίζεται τόσο στη δύναμη του επιχειρήματος, αλλά στην ειδική σχέση που θεμελιώνει ο απατεώνας με το θύμα του.
Ερώτημα 2ο: Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι υπάρχει η “μνήμη του νερού”, τι εμποδίζει το νερό να θυμάται και τις υπόλοιπες ουσίες με τις οποίες ήρθε πριν σε επαφή? Γιατί να “θυμάται” μόνο τη δραστική ουσία και όχι πχ τα άλατα που υπήρχαν στην πηγή του? Το νερό δεν δημιουργείται απ’το μηδέν στη φύση, αλλά ανακυκλώνεται διαρκώς. Σ’αυτή την ανακύκλωση έρχεται σε επαφή με κάθε λογής υλικό. Τη μία είναι σε ένα φυτό, την άλλη στο υπέδαφος, κάποια στιγμή το πίνεις σε μια πορτοκαλάδα και το κατουράς. Ακόμη χειρότερα, το κάθε ένα από τα μόρια του νερού που βρίσκονται σε ένα ποτήρι έχει τη δική του ξεχωριστή διαδρομή στη φύση. Στην πραγματικότητα, αν ακολουθήσουμε τη συλλογιστική των ομοιοπαθητικών, δεν μπορούμε παρά να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι κάθε ποτήρι νερού (όχι μεγάλο, αρκεί ένα του τσίπουρου) πρέπει να “θυμάται” συλλογικά τα πάντα, ακόμη και τον ίδιο το σχηματισμό του πλανήτη πριν από τεσσεράμισι δισεκατομμύρια χρόνια!
(συνέχεια παρακάτω)